Μήπως «χριστιανεύουμε» αντίχριστα;

 

Δυσκολευόμαστε να συνυπάρχουμε με τους άλλους. Πνιγόμαστε με τους λογισμούς: «Πώς με είδε; Πώς με κοίταξε; Τι σκέφθηκε; Πώς θα του φερθώ; Τι να πω; Πώς να το πω;».

Κατά τα άλλα μπορεί το βράδυ να κάνουμε μετάνοιες και προσευχές, να τρώμε αλάδωτα, να έχουμε πνευματικό και να κοινωνούμε τακτικά. Όμως ο ναρκισσισμός μας να μην μας αφήνει να ζήσουμε χριστιανικά. Έχουμε εκκλησιαστικοποιήσει τον εγωισμό μας, έχουμε κάνει την «πνευματική ζωή» μία ζωή αποξένωσης από τους άλλους και όχι κοινωνίας με τους άλλους.

Αυτόνομες νομοτελειακές πράξεις ηθικής και «κάθαρση παθών» έχουν αντικαταστήσει τον Χριστό. Δεν αναζητούμε τον Χριστό, ούτε τον άλλο. Η αγαπολογία δίνει και παίρνει στους εκκλησιαστικούς κύκλους. Μοιάζει, όμως, με την κακιά μητριά της πνευματικής ζωής μιας και είναι αποκομμένη από την άσκηση που αναζητά τη Χάρη.

Έχουμε καταφέρει το ακατόρθωτο: να αυτοθεωνόμαστε χριστιανικά, να ταπεινωνόμαστε ναρκισσιστικά, να ασκούμαστε αντιχριστιανικά, να αυτοδικαιωνόμαστε εξομολογητικά, να κατακρίνουμε – απορρίπτουμε τους άλλους αγαπητικά, να εκκλησιαζόμαστε ατομικά… να «χριστιανεύουμε» αντίχριστα.